Δημήτρης
Παπαγεωργίου,
Εφημερίδα
«Κυριακάτικη Δημοκρατία» 16 Ιουλίου 2017
Υπάρχουν άνθρωποι,
ανάμεσα τους και εγώ, οι οποίοι αρνούνται να παρακολουθήσουν τηλεόραση τόσο για
την ψυχαγωγία τους όσο και για την ενημέρωσή τους. Ειδικά οι πολιτικές
εκπομπές, οι οποίες θα έπρεπε να αποτελούν σημαντικό κομμάτι της ενημέρωσής μας
για τα πολιτικά τεκταινόμενα, σε πολύ λίγο διαφέρουν από ένα «κουκλοθέατρο»,
όπου οι διάφοροι συμμετέχοντες εξαντλούνται σε στείρο κομματικό διάλογο,
ανούσιες θεατρινίστικες αντιπαραθέσεις, κωλοτούμπες και γραφικότητα. Κατά
τη διάρκεια των αντιπαραθέσεων όλων αυτών που εκπροσωπούν τα κοινοβουλευτικά
κόμματα βλέπουμε κατά κύριο λόγο την απόλυτη ιδεολογική και σημειολογική κυριαρχία
της Αριστερός.
Αυτό που δεν βλέπουμε είναι οι συζητήσεις σχετικά με
την Ελευθερία. Όλοι οι διάλογοι και οι αντιπαραθέσεις είτε εξυπηρετούν
την κυρίαρχη ιδεολογία (η οποία είναι εξόφθαλμα ανελεύθερη) είτε χρησιμοποιούν
τεχνικούς και επιστημονικούς όρους, αναφερόμενοι
στην επίλυση των οικονομικών προβλημάτων και των λειτουργικών, διαχειριστικών
και γραφειοκρατικών ζητημάτων της χώρας. Απουσιάζει από το διάλογο η
ελευθερία και, όταν λέω ελευθερία, δεν εννοώ τη θέσπιση περισσότερων
δικαιωμάτων όπως τα αντιλαμβάνονται οι σύγχρονοι φιλελεύθεροι, αλλά την
ελευθερία σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της: την ελευθερία έκφρασης, την
οικονομική ελευθερία, την ελευθερία ως φιλοσοφία, ως στάση ζωής, την ελευθερία
ως ιδέα. Καθόλου συμπτωματικά, απουσιάζει από τον πολιτικό διάλογο και η
λέξη έθνος. Και απουσιάζει διότι το έθνος δεν περιορίζεται στο στενό
γεωγραφικό πλαίσιο του Ελληνικού κράτους, αλλά προχωρά πέρα από αυτό, καθώς
επίσης και πέρα από τα ίδια εδάφη.
Η απουσία των δύο αυτών εννοιών δεν είναι τυχαία, ς συμπίπτει με τις
ιδεολογικές και τις πολιτικές επιλογές των κομμάτων. Διότι δεν τους
ενδιαφέρει το έθνος παρά μόνο στον βαθμό που τους προσφέρει κομματικά οφέλη,
και όταν δεν τους ενδιαφέρει το έθνος,
δεν τους ενδιαφέρει η ελευθερία, της οποίας η ύπαρξη μπορεί να συντηρηθεί μόνο
μέσα στο πλαίσιο αυτό. Έτσι έχουμε δηλώσεις αξιωματικών της Αστυνομίας που
ζητούν περισσότερη καταστολή της έκφρασης, ψηφίσματα που περιορίζουν την
έκφραση, όπως ο αντιρατσιστικός νόμος, έχουμε πολιτικούς που δηλώνουν δημόσια
ότι είναι πρόβλημα καθένας να έχει μια άποψη, έχουμε την ψήφιση αντισυνταγματικών
νόμων, παρεμβάσεις για απαγόρευση τηλεοπτικών διαφημίσεων διότι δεν αρέσουν σε
φεμινίστριες.
Η διαρκής αντικατάσταση της ενιαίας και αδιαίρετης ελευθερίας από τα
λεγόμενα «δικαιώματα» συμπίπτει, και όχι τυχαία, με την αντικατάσταση
του έθνους από «πολίτες» και τη φυσική αντικατάσταση του γηγενούς πληθυσμού από
ξένους (έχει ως αποτέλεσμα την παράλληλη αντικατάσταση της χρήσης της λέξης
έθνος από τα πολύ βολικά «πολίτες», «χώρα», «λαός»). Τα ανωτέρω απουσιάζουν
πλήρως από τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και δεν αποτελούν παρά απόδειξη της ολίσθησής
μας στον αριστερίστικο ολοκληρωτισμό, στην απώλεια του πολιτικού και του αξιακού
υπόβαθρού μας και στον ραγδαίο εκφυλισμό του πνευματικού πολιτισμού μας.