Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2017

«Επανεξοπλισμός της Δεξιάς»

Φαήλος Κρανιδιώτης
(Εφημερίδα «Κυριακάτικη Δημοκρατία», 27 Αυγούστου 2017, σελίδα 15.)

H ελληνική Δεξιά, συμπεριλαμβανομένου του αληθινού Κέντρου της Ιστορίας, από το 1974 και εντεύθεν βρίσκεται στη δική της διαρκή Βάρκιζα. Καταθέτει ένα ένα τα ιδεολογικά όπλα της μπροστά σε μία Αριστερά απροκάλυπτα μισαλλόδοξη και ρεβανσιστική. Εμβληματική η φράση του Κυριάκου Μητσοτάκη «σέβομαι και τιμώ την Αριστερά για τους αγώνες της» και το πρόσφατο γλείψιμο του άλλου φεουδάρχη, του Κ. Καραμανλή του Αχιλλέως, ο οποίος μίλησε για τις... καλές προθέσεις του κομμουνισμού, κάνοντας ποιοτικές διακρίσεις των ολοκληρωτισμών.

Ο βασικός λόγος αυτής της ψοφοδεούς και ανιστόρητης στάσης είναι γιατί η φεουδαρχία που κάνει κουμάντο στη λεγάμενη Κεντροδεξιά έχει εκχωρήσει στην Αριστερά τη μεγαλύτερη εξουσία, την εξουσία να ονοματίσει το καλό και το κακό. Έτσι, μόλις κάθε άπλυτος κατρουλής δημοσιογράφος ή βουλευτής του νεομνημονιακού κατσαπλιάδικου τους κάνει «μπου» και τους επισείσει την ετικέτα του «ακροδεξιού», του «ρατσιστή», του «φασίστα»,του «ναζί» κ,λπ., τα κάνουν πάνω τους και γι’ αυτό προκαταβολικά στρογγυλεύουν τόσο πολύ τις ιδέες και τις εκφράσεις τους, που στο τέλος τις παίρνει η κατηφόρα.

Το σύμπαν ένοπλο Έθνος τούς συνέτριψε στα πεδία των μαχών με κορμό το Κέντρο και τη Λαϊκή Δεξιά, με κυβερνήσεις όπου μέλος τους ήταν μέχρι και ο Ν. Καζαντζάκης, όμως οι φεουδάρχες επίγονοι πετούν τα σύμβολα και τις αρχές των νικητών, από φόβο μη τους κακοχαρακτηρίσει η φαιά φάλαγγα. Παράλληλα, υιοθετούν όλον τον δικαιωματισμό για την υπεράσπιση όλης της παρακμιακής ατζέντας, από τα 62 «κοινωνικά φύλα» ως τον γάμο του Φρούλη με το αγόρι του και το «δικαίωμά» του να γίνει... μάνα διά της υιοθεσίας. Όταν η Αριστερά χλευάζει το «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια», κανείς από τους φεουδάρχες κρατικοδίαιτους ταγούς της «Κεντροδεξιάς» δεν σηκώνεται να τους το τρίψει στα μούτρα το διαχρονικό σύνθημα του αγώνα του Έθνους μας. Λες και οι Έλληνες πολέμησαν ποτέ για τίποτε άλλο.

Οι Έλληνες, επαναλαμβάνω, όχι οι προδότες. Χασικλήδες άπλυτοι και χυδαίοι μηδενιστές, μαζί με κουστουμάτους του πρώην ΔΟΛ και του Μπόμπολα κουνάνε το δάχτυλο, καθυβρίζουν τις εθνικές ιδέες, διαστρεβλώνουν την Ιστορία, συκοφαντούν το Έθνος και τις αξίες του, ξεπλένουν τη βαρβαρότητα του μαρξισμού και προμοτάρουν τη διάλυση του Εθνικού Σχολείου, της εθνικής συνοχής διά του ισλαμικού εποικισμού, επιτίθενται στην Εκκλησία και οι φεουδάρχες της «Κεντροδεξιάς» χωρίς Δεξιά παίζουν τις λίλιζες, παραχωρούν κι άλλο έδαφος, σκύβουν ακόμη πιο χαμηλά και νομίζουν πως θα παραμυθιάσουν τα «βόδια» τους δεξιούς, όπως τους αποκαλεί συνεργάτης του Μητσοτάκη, επειδή λέει καμιά παρόλα πού και πού ο Άδωνις.

Η Δεξιά λοιπόν πρέπει να επανεξοπλιστεί, να σηκώσει πάλι ψηλά τα λάβαρα των ιδεών και των αξιών της και πριν από οτιδήποτε άλλο να αφαιρέσει από την Αριστερά την αυθαίρετη εξουσία της να ονομάζει το καλό και το κακό. Να πάψει να ετεροκαθορίζεται από τον χυδαίο και ηττημένο αντίπαλο, στον οποίο δεν ανήκει ούτε η κοινωνική δικαιοσύνη, την οποία καπηλεύεται. Η Αριστερά χρησιμοποιεί τον πιο διχαστικό λόγο, την πιο μισαλλόδοξη ρητορική και ανάλογες πράξεις. Η απάντηση σε αυτά δεν μπορεί να είναι φοβική, χλιαρή, ενοχική.

Η ΝΕΑ ΔΕΞΙΑ δεν μοιράζεται τις ενοχές και τον ψοφοδεϊσμό του φεουδάρχη της Πειραιώς απέναντι στην Αριστερά. Στις συκοφαντίες της απαντά με την αλήθεια. Στις επιθέσεις στους ήρωες και στα σύμβολά μας απαντάμε πιο δυνατά και σηκώνουμε τις σημαίες μας πιο ψηλά από τα λερωμένα χέρια τους και λέμε: Ναι, ρε, και Πατρίδα και Θρησκεία και Οικογένεια. Και όταν ψεύδονται παραχαράσσοντας την Ιστορία πάντα θα θυμίζουμε την αλήθεια.

Και μέρες που είναι, επέτειος της νίκης στον Γράμμο και στο Βίτσι, να ανάψουμε όλοι ένα κερί για τις ψυχές των εργατών, τους αγροτών, όλων των στρατευμένων γιων του Έθνους, που έπεσαν πολεμώντας για να μη γίνει η Πατρίδα κομμουνιστική δικτατορία, να μη θέλουμε διαβατήριο μετά τη Λάρισα και να έχουν την πολυτέλεια κάθε Κοντονής και Κυρίτσης να λένε ατιμώρητα τις βέβηλες ανοησίες τους.

Ο ΣΥΡΙΖΑ εναντίον Αισχύλου και Σολωμού.

Κωνσταντίνος Χολέβας,
(Εφημερίδα «Κυριακάτικη Δημοκρατία», 27 Αυγούστου 2017, σελίδα 15.)

Η κυβερνώσα Αριστερά δυσφορεί όταν γίνεται αναφορά στις διαχρονικές αξίες για τις οποίες αγωνίζεται ο Ελληνισμός. Προβεβλημένοι εκπρόσωποί της με δημόσιες δηλώσεις τους χαρακτηρίζουν κατάλοιπα αυταρχικών καθεστώτων τον σεβασμό του Έλληνα προς τον θεό, προς την πατρίδα, προς τα ήθη και τα έθιμα, προς τον οικογενειακό θεσμό. Δεν ξέρω αν πρόκειται για άγνοια ή για ηθελημένη παραποίηση. θεωρώ, πάντως, χρήσιμο να υπενθυμίσω ότι αυτές οι πατροπαράδοτες αξίες καθοδηγούντο έθνος μας εδώ και τουλάχιστον 2.500 χρόνια και το έχουν βοηθήσει να σταθεί όρθιο απέναντι σε επιδρομές, κατακτήσεις και άλλες δυσκολίες.

Για τους ναούς των θεών, για την πατρίδα, για τους συγγενείς και για τους τάφους των προγόνων πολέμησαν οι Έλληνες τους Πέρσες τον 5ο αι. π.Χ. Μας το θυμίζει ο παιάνας των Σαλαμινομάχων, όπως τον καταγράφει ο Αισχύλος στους «Πέρσες»: «Ω, παίδες Ελλήνων, ίτε, ελευθερούτε πατρίδα, ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων, νυν υπέρ πάντων αγών»!

Την πατρίδα, τη δημοκρατία, τη θρησκεία των προγόνων, τα όσια και τα ιερά της πόλεως ορκίζονται να υπηρετούν οι Αθηναίοι έφηβοι κατά την περίοδο ακμής της Αθηναϊκής Δημοκρατίας: «θα αμυνθώ για τα ιερά και για τα όσια και μόνος και μαζί με πολλούς και την πατρίδα δεν θα παραδώσω μικρότερη, αλλά μεγαλύτερη και ισχυρότερη από όση την παρέλαβα... Και θα τιμήσω τα πστροπαράδοτα ιερά». Ο όρκος περιλαμβάνεται στον λόγο του ρήτορος Λυκούργου κατά Λεωκράτους, ο οποίος παλαιότερα εδιδάσκετο στα λύκεια μας.

Ο Αριστοτέλης στο έργο του «Αθηναίων Πολιτεία» και στο κεφάλαιο 55 περιγράφει με ποια κριτήρια επέλεγαν η Βουλή και το δικαστήριο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας τους εννέα άρχοντες, κάτι αντίστοιχο με τους σημερινούς υπουργούς. Τα κριτήρια ήταν: Πρώτον, αν σέβεται τους πατρώους θεούς και πώς, δηλαδή σήμερα θα ρωτούσαμε αν εκκλησιάζεται τακτικά ο υποψήφιος. Στη συνέχεια τον ρωτούσαν αν φέρεται καλά στους γονείς του, αν πληρώνει τους φόρους και αν πήγε να πολεμήσει όταν τον χρειάστηκε η πατρίδα.

Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στην τελευταία ομιλία του, στις 28 Μαΐου 1453, καλεί τους υπερασπιστές της Βασιλεύουσας να αγωνιστούν για τη χριστιανική πίστη, την πατρίδα και τους συγγενείς. Προσθέτει και τον βασιλέα, διότι αυτό ήταν τότε το πολίτευμα. Σήμερα καλούμαστε να υπερασπίσουμε το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Βλέπουμε, πάντως, τις ίδιες διαχρονικές αξίες.

Ορθοδοξία και πατρίδα υμνεί ο Διονύσιος Σολωμός στον «Υμνον εις την Ελευθερίαν», όταν συμβουλεύει τους αγωνιστές του 1821 μετά ακόλουθα λόγια (στροφή 148):«... Όλο το αίμα όπου χυθή για θρησκεία, για πατρίδα όμοια έχει την τιμή».
Τι επιδιώκει ο ΣΥΡΙΖΑ; Να καταργήσει τον Αισχύλο και τον Σολωμό;.

Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2017

«Τα δικαιώματα στη θέση της ελευθερίας!»

Δημήτρης Παπαγεωργίου,
Εφημερίδα «Κυριακάτικη Δημοκρατία» 16 Ιουλίου 2017

Υπάρχουν άνθρωποι, ανάμεσα τους και εγώ, οι οποίοι αρνούνται να παρακολουθήσουν τηλεόραση τόσο για την ψυχαγωγία τους όσο και για την ενημέρωσή τους. Ειδικά οι πολιτικές εκπομπές, οι οποίες θα έπρεπε να αποτελούν σημαντικό κομμάτι της ενημέρωσής μας για τα πολιτικά τεκταινόμενα, σε πολύ λίγο διαφέρουν από ένα «κουκλοθέατρο», όπου οι διάφοροι συμμετέχοντες εξαντλούνται σε στείρο κομματικό διάλογο, ανούσιες θεατρινίστικες αντιπαραθέσεις, κωλοτούμπες και γραφικότητα. Κατά τη διάρκεια των αντιπαραθέσεων όλων αυτών που εκπροσωπούν τα κοινοβουλευτικά κόμματα βλέπουμε κατά κύριο λόγο την απόλυτη ιδεολογική και σημειολογική κυριαρχία της Αριστερός.

Αυτό που δεν βλέπουμε είναι οι συζητήσεις σχετικά με την Ελευθερία. Όλοι οι διάλογοι και οι αντιπαραθέσεις είτε εξυπηρετούν την κυρίαρχη ιδεολογία (η οποία είναι εξόφθαλμα ανελεύθερη) είτε χρησιμοποιούν τεχνικούς και  επιστημονικούς όρους, αναφερόμενοι στην επίλυση των οικονομικών προβλημάτων και των λειτουργικών, διαχειριστικών και γραφειοκρατικών ζητημάτων της χώρας. Απουσιάζει από το διάλογο η ελευθερία και, όταν λέω ελευθερία, δεν εννοώ τη θέσπιση περισσότερων δικαιωμάτων όπως τα αντιλαμβάνονται οι σύγχρονοι φιλελεύθε­ροι, αλλά την ελευθερία σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της: την ελευθερία έκφρα­σης, την οικονομική ελευθε­ρία, την ελευθερία ως φιλο­σοφία, ως στάση ζωής, την ελευθερία ως ιδέα. Καθόλου συμπτωματικά, απουσιάζει από τον πολιτικό διάλογο και η λέξη έθνος. Και απουσιάζει διότι το έθνος δεν περιορίζεται στο στενό γεωγραφικό πλαίσιο του Ελληνικού κράτους, αλλά προχωρά πέρα από αυτό, καθώς επίσης και πέρα από τα ίδια εδάφη.

Η απουσία των δύο αυτών εννοιών δεν είναι τυχαία, ς συμπίπτει με τις ιδεολογικές και τις πολιτικές επιλογές των κομμάτων. Διότι δεν τους ενδιαφέρει το έθνος παρά μόνο στον βαθμό που τους προσφέρει κομματικά οφέλη, και όταν δεν τους  ενδιαφέρει το έθνος, δεν τους ενδιαφέρει η ελευθερία, της οποίας η ύπαρξη μπορεί να συντηρηθεί μόνο μέσα στο πλαίσιο αυτό. Έτσι έχουμε δηλώσεις αξιωματικών της Αστυνομίας που ζητούν περισσότερη καταστολή της έκφρασης, ψηφίσματα που περιορίζουν την έκφραση, όπως ο αντιρατσιστικός νόμος, έχουμε πολιτικούς που δηλώνουν δημόσια ότι είναι πρόβλημα καθένας να έχει μια άποψη, έχουμε την ψήφιση αντισυνταγματικών νόμων, παρεμβάσεις για απαγόρευση τηλεοπτικών διαφημίσεων διότι δεν αρέσουν σε φεμινίστριες.

Η διαρκής αντικατάσταση της ενιαίας και αδιαίρετης ελευθερίας από τα λεγόμενα «δικαιώματα» συμπίπτει, και όχι τυχαία, με την αντικατάσταση του έθνους από «πολίτες» και τη φυσική αντικατάσταση του γηγενούς πληθυσμού από ξένους (έχει ως αποτέλεσμα την παράλληλη αντικατάσταση της χρήσης της λέξης έθνος από τα πολύ βολικά «πολίτες», «χώρα», «λαός»). Τα ανωτέρω απουσιάζουν πλήρως από τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και δεν αποτελούν παρά απόδειξη της ολίσθησής μας στον αριστερίστικο ολοκληρωτισμό, στην απώλεια του πολιτικού και του αξιακού υπόβαθρού μας και στον ραγδαίο εκφυλισμό του πνευματικού πολιτισμού μας.


Η ανάγκη για τη δημιουργία μίας νέας ΕΡΕ

Ραφαήλ Α. Καλυβιώτης
Πρόεδρος του Δικτύου Ελλήνων Συντηρητικών

Προτού προσφερθούν απλόχερα τα πακέτα Μάρσαλ, ως συνέπεια του Δόγματος Τρούμαν, το 1947, στην πατρίδα μας έφτασε ένας ψηλόλιγνος Αμερικανός, ο Πολ Πόρτερ. Ο κύριος αυ­τός ήτο επιτετραμμένος της αμερικανικής κυβερνήσεως με στόχο να συντάξει ένα πόρισμα για την πολιτικο­οικονομική κατάσταση της Ελλάδος. Το πόρισμα αυ­τό αργότερα έγινε γνωστό σε όλους μας υπό τον τίτλο «Έκθεση ή Μνημόνιο Πόρτερ».

Η ομοιότητα των παρατηρήσεων που κατατί­θενται από τον Πόρτερ με τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα είναι συγκλονιστική. Περιγράφεται η ανεπάρκεια ατομιστών πολιτικών, απασχολημένων μόνον με την κατάληψη της εξουσίας, το τερατώδες Δημόσιο που ζει παρασιτικά έναντι της ιδιωτικής οικονομίας και μία κατάσταση νεκρώσεως της ελληνι­κής οικονομίας παρά τη χρηματική αρωγή των μεγά­λων δυνάμεων ένεκα ανεπαρκών μεταρρυθμίσεων.

Οι πιο ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις του όμως αφορούν τους πιο εύπορους πολίτες εκείνης της επο­χής. Σκιαγραφούνται ως άνθρωποι δίχως κανένα ενδιαφέρον να επενδύσουν τα κέρδη τους προς αναστήλωση της εθνικής οικονομίας, ως «κοσμοπολίτες» που γνωρίζουν απταίστως την αγγλική και πάντα πρό­θυμοι να εξυπηρετήσουν την αμερικανική αποστολή προς ίδιον όφελος. Καταθέτει δε και την εμπειρία του από ένα γεύμα στο οποίο παρέστη ο ίδιος με έναν μεγαλοεπιχειρηματία. Όταν δε ερωτήθη από τον Πόρτερ ποια είναι η άποψή του περί ανατάξεως της εθνικής παραγωγής, δεν είχε τίποτα ουσιαστικό να του προτείνει. Αντιθέτως, προτίμησε να εξυμνήσει τις χαρές που του προσέφεραν τα «αριστοκρατικά» σπορ.

Εξήντα εννέα χρόνια αργότερα λίγα πράγματα άλ­λαξαν ως προς τη διάρθρωση της ελληνικής οικονομί­ας και οι όποιες προσπάθειες εκβιομηχάνισης ανατράπηκαν από τις «κοινωνικοποιήσεις» της Μεταπολίτευ­σης. Από τη χώρα απουσιάζει εθνική αστική τάξη με σχέδιο και πολύ περισσότερο με όραμα. Η πλειονότη­τα των εντός συνόρων Ελλήνων κεφαλαιούχων στηρί­ζει πολιτικά σχήματα που είτε θα διαιωνίσουν τα προ­νόμια του κρατικοδίαιτου «καπιταλισμού» στον οποίο συμμετέχουν είτε θα μας οδηγήσουν στη δραχμή για να κερδοσκοπήσουν οι ίδιοι. Με τους εκτός συνόρων Έλληνες κεφαλαιούχους δεν έχει ιδιαίτερο νόημα να ασχολούμεθα, αφού η παιδεία που έλαβαν τους μετέ­τρεψε σε «ιθαγενείς» με έδρα τη Δύση. Για εκείνους η χρησιμότητα της Ελλάδος περιορίζεται στις καλο­καιρινές τους διακοπές.

Χωρίς αστική τάξη όμως κανένα έθνος-κράτος δεν δύναται να επιβιώσει. Από αυτήν εξαρτάται η παραγωγική διαδικασία μιας χώρας, η οικονομική της αυτάρκεια και, κυρίως, η ενσυναίσθηση ότι η μοίρα αυτών των δύο είναι κοινή. Χρειάζονται εμπνευσμένες λύσεις για να ανατραπεί αυτή η κατάσταση. Όταν κάτι εκλείπει, πρέπει να οικοδομηθούν οι βάσεις για να δημιουργηθεί. Η πρώτη σοβαρή ενέργεια ενός κράτους για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου είναι η αναδιάταξη της παιδείας. Από τη μέση με την επανα­φορά προτύπων σχολείων και του ρόλου του ελεγκτή μέχρι την ανώτατη με τη συμμετοχή ιδιωτών στα πανε­πιστήμια. Μόνον έτσι πλάθεται ανθρώπινο κεφάλαιο με εθνική συνείδηση και καινοτόμο σκέψη.

Η άλλη, εξίσου σοβαρή, ενέργεια είναι η παραγω­γική αποκέντρωση που θα ενδυναμώσει την περιφέ­ρεια στη λογική του συγκριτικού πλεονεκτήματος. Μικροί και μεσαίοι Έλληνες επιχειρηματίες θα αδράξουν την ευκαιρία για να μεγαλώσουν. Και το καλύτερο από όλα είναι ότι θα είναι υπόλογοι απέναντι στην κοινό­τητα, συνεχίζοντας από την αρχαιοτάτων χρόνων ελ­ληνική παράδοση του κοινοτισμού. Αυτό το καταπλη­κτικό μείγμα αποτελεί μία win-win situation, όπου ένας μικρομεσαίος επιχειρηματίας αναπτύσσεται και καθίσταται μεγάλος αφού το κράτος δεν μπαίνει στα πόδια της περιφέρειας - κοινότητας, που με τη σειρά της, για να είναι ανταγωνιστική σε σχέση με τις άλλες, αναγκά­ζεται να μειώσει τη φορολογία και τη γραφειοκρατία.

Και τα δύο, βέβαια, προϋποθέτουν μία στοχευμένη συνταγματική αναθεώρηση, κάτω από το πλαίσιο ενός νέου ριζοσπαστικού συντηρητικού Συντάγματος, το οποίο θα τοποθετεί πρώτο το εθνικό συμφέρον προάγοντας διά αυτού του τρόπου έναν εθνικό καπιταλι­σμό. Οι επιχειρηματίες δηλαδή στην υπηρεσία του έθνους. Προϋποθέτουν και κάτι άλλο όμως, πολύ ση­μαντικότερο. Προϋποθέτουν έναν πολιτικό φορέα με τέτοιες ριζοσπαστικές προγραμματικές επιδιώξεις. Η απουσία συντηρητικού κόμματος, μιας νέας ΕΡΕ, είναι ορατότερη από ποτέ.

Η «κυπριακή εθνική ταυτότητα»

Φαήλος Μ. Κρανιδιώτης
Εφημερίδα «Κυριακάτικη Δημοκρατία» 16 Ιουλίου 2017

Ο Νίκος Κοτζιάς στη συζήτηση στη Βουλή για το Κύπρο, διέπραξε ένα γλωσσικό και πολιτικό ολίσθημα, αναφερόμενος σε «Κυπριακή εθνική ταυτότητα», για το μέλλον. Μαρξιστής αλλά με ευρύτερη μόρφωση έπρεπε να γνωρίζει πόσο μακρά και επίπονη πολιτισμική και φυλετική διεργασία είναι η δημιουργία ενός έθνους. Η «κυπριακή εθνική ταυτότητα» ανήκει στην ίδια συνομοταξία του φυσικού βίου με τον μονόκερο, τις γοργόνες, τον φοίνικα που αναγεννάται από τις στάχτες του και τους δράκους που πετούν και φτύνουν φλόγες.

Πιθανώς η αποστροφή του να ήταν μία παραχώρηση στους 53, μία διαρκής παράσταση ιδεολογικού μηδενισμού, με στοιχεία μισελληνικού ψυχιατρείου. Ανησυχούν αυτοί οι πουθενάδες που επιβίωσαν στις λίστες του ΣΥΡΙΖΑ διότι η κυβέρνηση σε μερικά εθνικά θέματα δεν ακολουθεί τη γραμμή που οδηγεί ντουγρού στη μειοδοσία. Ο Τσίπρας κι ο Κοτζιάς εδώ σοφά επιλέγουν να αποφύγουν να τους βάλει η Ιστορία, ως ολετήρες της Κύπρου, δίπλα με τον αποβιώσαντα ισοβίτη Δημήτριο Ιωαννίδη.

Στην Κύπρο υπάρχει ελληνική πλειονότητα, τουρκοκυπριακή μειονότητα, εκ των οποίων η συντριπτική πλειοψηφία είναι εξισλαμισμένοι Έλληνες, Αρμένιοι και Μαρωνίτες. Έχει επίσης αγρινά (αγριοκάτσικα) και κουρκουτάες (είδος μεγάλης σαύρας). Κύπριους σκέτους, αυτοφυείς και με Κυπριακό αίσθημα ταυτότητας δεν έχει. Παρά τον ανεξάρτητο βίο 60 ετών, δεν φυτρώσανε ακόμα. Η αλήθεια είναι πως τέτοιον μεταλλαγμένο τεχνητό σπόρο τον φύτεψαν οι Άγγλοι και οι πράκτορές τους, η παράδοξη και αγγλόφιλη κυπριακή Αριστερά, η μόνη στον κόσμο που απείχε από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του λαού της, όπως και μέρος της μεταανεξαρτησιακής ηγέτιδας τάξης, όμως φύτρωσε ένα ζαβό στέρφο κλαράκι, πιο κοντό κι από μαϊντανό. Με κατασκευάσματα ετεοκυπριακής - φοινικικής καταγωγής, που μπορεί να υιοθετήσει ιστορικός μόνον έπειτα από βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και άνοια, προσπάθησαν να αυτονομηθούν από τις μητέρες πατρίδες. Δεν έκατσε. Και ούτε πρόκειται. Οι ελάχιστοι υποστηρικτές της θεωρίας του ψωραλέου «κυπριακού» μονόκερου κέρδισαν μόνον τον χαρακτηρισμό «Νεοκύπριοι», συνώνυμο του προδότη για την πλειονότητα, και τους έμειναν μόνον τα... κέρατα.

Τα χιλιάδες χρό­νια διεργασίας για τη γένεση του ελληνικού έθνους, που πολύτι­μο κομμάτι αποτελεί η πλειονότητα του λαού στην Κύπρο, χρειάστηκαν κάτι πολύ παρα­πάνω από κυνικές υστερόβουλες αποφάσεις σε γραφεία στον Τάμεση, σε πρεσβείες και σε επι­χειρηματικά και πολιτικά γραφεία στη Λευκωσία. Αυτό το δέντρο έχει πολύ βαθιές ρίζες, ποτι­σμένες με άφθονο αίμα, με κοινούς μελωδικούς φθόγγους από τη Μαύρη Θάλασσα, την Ήπειρο, την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα έως τα τρυφερά στόματα των όμορφων κοριτσιών της Κύπρου. Έχει πίσω αρματωμένους κωπηλάτες που βγή­καν στην Αχαιών Αχτή, συντρόφους στα Τρωι­κά και τα Περσικά, ναύτες βουτηχτές του Κανάρη, τον υπασπιστή του Καραϊσκάκη, τον Σάββα Τσερκετζή και τους χιλιάδες Κύπριους εθελοντές σε όλους τους αγώνες του έθνους. Έχει Κατούντα και Τάσο Μάρκου, Αυξεντίου και Κατσάνη, έχει Καραολή και Τσαμκιράνη, Δημητρίου και Κουρούπη.

Μη λερώνετε το στόμα σας, κύ­ριε υπουργέ, με τα σάπια και μάταια κατασκευ­άσματα των εχθρών μας. Και μη λερώνετε έτσι τις συνειδήσεις μας. Εμείς, οι πατριώτες της ΝΕ­ΑΣ ΔΕΞΙΑΣ και κάθε χώρου, πάντα θα τραγου­δάμε το «Σκέπασε, μάνα, σκέπασε...» Μη βρίζε­τε την κόρη...
 
ΕπιστροφήTop